- Κορυτσά
- (αλβαν. Κorçë). Πόλη (59.000 κάτ. το 2001) της νοτιοανατολικής Αλβανίας, πρωτεύουσα του ομώνυμου νομού (3.711 τ. χλμ., 266.322 κάτ. το 2001). Διαθέτει ανεπτυγμένη βιομηχανία τροφίμων, υφαντουργία, υαλουργία και βυρσοδεψία. Αποτελεί κέντρο πλούσιας αγροτικής περιοχής, όπου παράγονται κυρίως σιτηρά και ζαχαρότευτλα. Στην παλαιά δυτική συνοικία βρίσκεται το τζαμί Μιραχόρ του 15ου αι.
Ιστορία. Πριν από τον 15o αι. η Κ. ήταν μια ασήμαντη κωμόπολη, η οποία άρχισε να εξελίσσεται σε πόλη μετά την καταστροφή της γειτονικής Μοσχόπολης (1769), η οποία έως τότε βρισκόταν σε μεγάλη ακμή. Τον 19o αι. αποτελούσε σημαντικό διαμετακομιστικό κέντρο του εμπορίου που διεξαγόταν μεταξύ Κωνσταντινούπολης, Θεσσαλονίκης, Ιωαννίνων και Αλβανίας, ενώ είχε αξιόλογη πνευματική και πολιτιστική ζωή. Την εποχή εκείνη λειτουργούσαν στην Κ. πολλά ελληνικά σχολεία και περίπου 800 καταστήματα, σχεδόν όλα ελληνικά. Κατά την Επανάσταση του 1821 η ελληνική κοινότητα της Κ. βοήθησε πολύ τον Αγώνα, στέλνοντας χρήματα και πολεμιστές. Στον Α’ Βαλκανικό πόλεμο η Κ. κατελήφθη από τον ελληνικό στρατό. Όμως, με το πρωτόκολλο της Φλωρεντίας (1913) παραδόθηκε στο νεοϊδρυθέν τότε αλβανικό κράτος. Τον επόμενο χρόνο, και για σύντομο χρονικό διάστημα, ο ελληνικός στρατός την κατέλαβε ξανά. Τέλος, κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου κατελήφθη και πάλι από τα ελληνικά στρατεύματα, που παρέμειναν εκεί έως τον Απρίλιο του 1941. Η Ελλάδα διεκδίκησε πολλές φορές την κυριαρχία της Κ., αλλά από τότε που δημιουργήθηκε το αλβανικό κράτος η πόλη ανήκει σταθερά σε αυτό.
Νέα της Κορυτσάς, με τη χαρακτηριστική τοπική ενδυμασία της περιοχής.
Dictionary of Greek. 2013.